- προδιαγωνίζομαι
- προ-δι-αγωνίζομαι, vorher durchkämpfen
Wörterbuch altgriechisch-deutsch . 2010.
Wörterbuch altgriechisch-deutsch . 2010.
προδιαγωνίζομαι — Α διαγωνίζομαι, αντιμάχομαι εκ τών προτέρων («ἐν δὲ τούτοις τοῑς χρόνοις προδιηγωνισμένοι πολλάκις πρὸς Περσέα», Διόδ.) … Dictionary of Greek